- μαχλοίονας
- μαχλ-οίονας· τοὺς αὐτομόλους Αἰθίοπας, Hsch.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
μαχλοίονας — (Α) (κατά τον Ησύχ.) «τοὺς αὐτομόλους Αἰθίοπας» … Dictionary of Greek